Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Μία απ’ τα ίδια, κι ακόμη χειρότερα!

1. Το προεδρείο του Δ.Σ. (ΚΙΣΥΕΤ-ΑΔΗΠ), αντί για απολογισμό μιας αποτυχημένης διετίας και μη έχοντας να παρουσιάσει ουσιαστικό έργο, επέλεξε σύμφωνα με την πάγια τακτική του και με περισσή υποκρισία, να στείλει δίκην δώρου εορτών, σε μέλη του προηγούμενου Δ.Σ., μεταξύ των οποίων και ο Γ. Λάϊος, “εξώδικη δήλωση και πρόσκληση”, ώστενα προσέλθετε στα γραφεία του Συλλόγου … προκειμένου να προσκομίσετε τα δικαιολογητικά των δαπανών αυτών, άλλως να επιστρέψετε τα οφειλόμενα ποσά στον Σύλλογο, διαφορετικά θα κινήσουμε κάθε νόμιμη διαδικασία για να είσπραξη των ποσών αυτών[1]

2. Αιτία της πρόσκλησης, οι “παράνομες, αντικαταστατικές και αναπόδεικτες εκταμιεύσεις ποσών” που “αναγράφονται λεπτομερώς ... στην ... έκθεση του ορκωτού λογιστή”, “επί της Οικονομικής Διαχείρισης, για την περίοδο 1/1/2015 – 31/12/2016 του ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ”, με ημερομηνία 2.5.2017.
Είναι απορίας άξιο βέβαια, γιατί το προεδρείο θυμήθηκε “κάθε νόμιμη διαδικασία” με τόσο μεγάλη καθυστέρηση και μάλιστα εντελώς συμπτωματικά, στην έναρξη μιας προεκλογικής χρονιάς.

3. Ηέκθεση προσυμφωνημένων διαδικασιών του ορκωτού λογιστή, η οποία όπως αναφέρει “δεν αποτελεί έλεγχο ή επισκόπηση, σύμφωνα με τα Διεθνή Ελεγκτικά Πρότυπα ή τα Διεθνή Πρότυπα Ανάθεσης Εργασιών Επισκόπησης”, για πολλοστή φορά από τη σύνταξή της, χρησιμοποιείται ως μηχανισμός χειραγώγησης και εκφοβισμού, συνεχίζοντας ουσιαστικά ανάλογες προεκλογικές πρακτικές. Κρίνοντας άλλωστε εκ του αποτελέσματος, αυτός ακριβώς φαίνεται να ήταν ο σκοπός της παραγγελίας / ανάθεσής της. Θυμίζουμε ότι, η ίδια έκθεση αποτέλεσε το πρόσχημα για τη διπλή αποπομπή μελών του Δ.Σ., που αρχικά ακυρώθηκε, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται υπό δικαστική διερεύνηση.
Με κύρια ευθύνη του προεδρείου, η δικαστική διαμάχη, τείνει πλέον να υποκαταστήσει πλήρως τη συνδικαλιστική αντιπαράθεση στο χώρο μας, αποδεικνύοντας την πλήρη αποϊδεολογικοποίηση, την έλλειψη κουλτούρας διαλόγου και την ένδεια θέσεων και επιχειρημάτων.

3.α Η έκθεση καταγράφει, μεταξύ άλλων, γνωστά λειτουργικά και διαχειριστικά προβλήματα, τα οποία συζητήθηκαν, χωρίς δυστυχώς θετικά αποτελέσματα, σε αρκετές συνεδριάσεις του Δ.Σ. Προβλήματα που, χωρίς να συνιστούν απαραίτητα ποινικά κολάσιμες πρακτικές, θέτουν ζητήματα δεοντολογίας και χρήζουν άμεσης θεσμικής αντιμετώπισης, για τη διασφάλιση και την ενίσχυση της διαφάνειας και της δημοκρατικής λειτουργίας του ΣΣΕΜ. Ορισμένα δε από αυτά, είναι θέματα ιδεολογικής / ιδεοληπτικής προσέγγισης και αντιπαράθεσης, γεγονός που οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερο προβληματισμό, σχετικά με τις μεθοδεύσεις που υιοθετεί το προεδρείο, δήθεν για την αντιμετώπισή τους.
Όμως, το προεδρείο ευθύνεται, όχι μόνο γιατί δεν έλαβε ούτε ένα μέτρο εξάλειψης παρόμοιων πρακτικών, αλλά γιατί επιπλέον, όπως μαθαίνουμε, τις χρησιμοποιεί επιλεκτικά και το ίδιο, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων του προηγούμενες ομόφωνες σχετικές αποφάσεις για την αντιμετώπισή τους, στη λήψη των οποίων συμμετείχαν και μέλη του.

3.β Καμία έκθεση ορκωτού λογιστή δε μπορεί, ούτε θα μπορούσε άλλωστε, να υποκαταστήσει τη δικαστική λειτουργία. Οι ορκωτοί λογιστές έχουν ελεγκτική και όχι δικαστική αρμοδιότητα. Οποιαδήποτε λοιπόν κατηγορία περί “παρανομιών”, με πρόσχημα την έκθεση, ιδιαίτερα μάλιστα όταν κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από το περιεχόμενό της, αποτελεί υποκειμενική “ετυμηγορία” των μελών του προεδρείου, που επιχειρούν σκόπιμα και συνειδητά να εκφοβίσουν / συκοφαντήσουν / χειραγωγήσουν τους συνδικαλιστικούς αντιπάλους τους, επιφυλάσσοντας για τον εαυτό τους, ένα ηθικό υποτίθεται πλεονέκτημα, στηριγμένο στην υποκρισία, την αλαζονεία, τον αυταρχισμό, τη μισαλλοδοξία και τον αποπροσανατολισμό!
Γιατί όμως καθυστέρησαν τόσο πολύ να κινήσουν “κάθε νόμιμη διαδικασία”;
Ποιος, πότε και πως ακριβώς τους έχρισε δικαστές;

3.γ Και κάτι τελευταίο για την ώρα, αλλά όχι ασήμαντο: η έκθεση δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένα ζητήματα, γνωστά από σχετικές δημοσιεύσεις, που εγείρουν ενδεχομένως θέμα νομιμότητας και κατά συνέπεια εγκυρότητας εκταμίευσης σημαντικών ποσών, για ενέργειες που όλως τυχαίως, εντάσσονται στο πεδίο των άμεσων πελατειακών ενδιαφερόντων του προεδρείου.
Τίθεται λοιπόν και ζήτημα αξιοπιστίας, που την καθιστά επιλεκτική, ως προς την ουσία και τους σκοπούς του ελέγχου “προσυμφωνημένων διαδικασιών”.

4. Στις 21.4.2016, τέθηκε στο Δ.Σ. θέμα για τα έξοδα κίνησης των μελών του [2], και έγινε σχετική ενημέρωση. Λαμβάνοντας υπόψη την ουσία, το ιστορικό, τις τρέχουσες συνθήκες και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες λήφθηκαν οι σχετικές συλλογικές αποφάσεις στο παρελθόν [3], η ΕΑΣ.Σ πρότεινε τη δημιουργία Κανονισμού Λειτουργικών Εξόδων και Δαπανών, για να αλλάξει ο τρόπος κάλυψης των οδοιπορικών και το Δ.Σ. αποδέχθηκε ομόφωνα ... την πρόταση ... για δημιουργία, σε αντικατάσταση παλαιότερων αποφάσεων, Κανονισμού Λειτουργικών Εξόδων και Δαπανών ... ώστε να διασφαλιστούν η διαφάνεια, η επικαιροποίηση και η ορθότερη διαχείριση των λειτουργικών εξόδων και δαπανών του ΣΣΕΜ, με στόχο την κάλυψη των πραγματικών εξόδων, αντί της γενικευμένης χορήγησής τους. Έτσι, στη συνεδρίαση της 22.6.2016 το Δ.Σ. αποφάσισε την κάλυψη των πραγματικών εξόδων μετακίνησης των μελών του Δ.Σ., για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις του οργάνου, ενόψει της υιοθέτησης του νέου Κανονισμού. Διαδικασία όμως που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αφού επί της ουσίας, κανείς δεν επιθυμούσε τη διαμόρφωση διαφανούς πλαισίου οικονομικής διαχείρισης [4].
Παρά το γεγονός ότι και οι δύο αποφάσεις, για τη δημιουργία Κανονισμού και την κάλυψη των πραγματικών εξόδων, ήταν ομόφωνες!

4.α Σήμερα, όπως πληροφορούμαστε, το προεδρείο αρνείται την κάλυψη των πραγματικών εξόδων μετακίνησης των μελών του Δ.Σ. που διαμένουν μόνιμα στην επαρχία. Καταργώντας αυθαίρετα και αυταρχικά, το δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής τους στη λειτουργία του ΣΣΕΜ και ακυρώνει ομόφωνη προηγούμενη απόφαση, την οποία ψήφισαν και μέλη του, εντελώς υποκριτικά και προσχηματικά, όπως αποδεικνύεται.
Το προεδρείο, υιοθετεί διακρίσεις σε βάρος των μελών του ΣΣΕΜ, για λόγους “εξοικονόμησης” υποτίθεται, την ίδια ακριβώς στιγμή που προχωρά σε μία αλόγιστη, άσκοπη και αδικαιολόγητη διασπάθιση των οικονομικών πόρων του σωματείου, εξυπηρετώντας κάθε άλλο παρά τα συμφέροντα των μελών του και χωρίς να έχει ενημερώσει στοιχειωδώς τα αρμόδια όργανα, για τους όρους και τις προϋποθέσεις των σχετικών επιλογών του!
Το προεδρείο, χάριν υποτίθεται οικονομίας, επιλέγει την εξοικονόμηση δαπανών σχετικών με τη θεσμική οργάνωση και τη δημοκρατική λειτουργία του Συλλόγου, για να καλύψει τα θηριώδη έξοδα νομικών ενεργειών, που είναι αρκετά αυξημένα, τα οποία έχει προϋπολογίσει δίκην πλασιέ δικηγορικών συμφερόντων [5], απομακρύνοντας το ΣΣΕΜ από το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του κινήματος συνταξιούχων και του συνδικαλιστικού ευρύτερα κινήματος!
5. Συμπερασματικά, η “έκθεση προσυμφωνημένων διαδικασιών,
- αντί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο ουσιαστικής αντιμετώπισης των προβλημάτων,
- αντί να χρησιμοποιηθεί ως ερέθισμα και αφορμή για την υιοθέτηση κανονισμών θεσμικής διασφάλισης και ενίσχυσης της διαφάνειας και της συλλογικής δημοκρατικής λειτουργίας του ΣΣΕΜ,
χρησιμοποιείται από το προεδρείο προσχηματικά και υποκριτικά, ως εργαλείο εξατομίκευσης συλλογικών αποφάσεων, ώστε να συκοφαντηθούν και να ενοχοποιηθούν οι διαφορετικές απόψεις και η συνδικαλιστική εν τέλει λειτουργία.
Η συγκεκριμένη τακτική του προεδρείου όμως, είναι αδιέξοδη, αναποτελεσματική και δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των συναδέλφων και των μελών του ΣΣΕΜ. Αντίθετα, επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το ήδη αρνητικό κλίμα, που προκλήθηκε κυρίως από τις αντιδεοντολογικές επιλογές του.
Επιλογές, οι οποίες δεν έχουν στόχο την επίλυση των προβλημάτων, αλλά αποκλειστικά και μόνο την αυταρχική επιβολή των αμφιλεγόμενων απόψεών των μελών του.
Μέχρι πότε άλλωστε νομίζουν ότι θα κοροϊδεύουν, πουλώντας φύκια για μεταξωτές κορδέλες;
Σημειώσεις:

[1] Ακριβής σύνταξη της εξώδικης δήλωσης
[2] Έκθεση ορκωτού λογιστή, σελ.14.
[3] Στοιχείο που σκόπιμα και τεχνηέντως αποσιωπά το προεδρείο, το οποίο ουσιαστικά επιχειρεί να εξατομικεύσει τις συλλογικές ευθύνες – αποφάσεις, υιοθετώντας επιλεκτικά μισαλλόδοξες διακρίσεις σε βάρος μεμονωμένων συναδέλφων.
[4] Στη σχετική πρόταση της ΕΑΣ.Σ, υπήρξε καταρχήν προσχηματική ομοφωνία των παρατάξεων. Στη συνέχεια όμως, κατέθεσαν διαφορετικές προτάσεις, η καθεμία για τους δικούς της λόγους, με αποτέλεσμα την αδυναμία θετικής κατάληξης και τη συνέχιση της ίδιας επιλεκτικής οικονομικής διαχείρισης!
[5] Μία δοκιμασμένη πρακτική, με την οποία ορισμένοι έχτισαν “συνδικαλιστικές” καριέρες!